γεω-μετρία

γεω-μετρία

γεω-μετρία, , das Feldmessen, die Geometrie, Her. 2, 109; Plat. Theaet. 146 c u. öfter; auch Sp.


http://www.zeno.org/Pape-1880.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • λιμνομετρία — η η μέτρηση τών περιοδικών μεταβολών τής στάθμης τού ύδατος τών λιμνών. [ΕΤΥΜΟΛ. < λίμνη + μετρία (< μετρος < μέτρον), πρβλ. γεω μετρία, τριγωνο μετρία] …   Dictionary of Greek

  • ψιλομετρία — ἡ, Α 1. η επική ποίηση που δεν συνοδεύεται από μουσική, σε αντιδιαστολή προς την λυρική 2. πεζός λόγος, πεζογραφία. [ΕΤΥΜΟΛ. < ψιλός + μετρία (< μετρος < μέτρον), πρβλ. γεω μετρία] …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”