- κατα-μασάομαι
κατα-μασάομαι, zerkauen, Hippocr.; ἅπαντα, auffressen, Alexis bei Ath. IV, 165 e.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
κατα-μασάομαι, zerkauen, Hippocr.; ἅπαντα, auffressen, Alexis bei Ath. IV, 165 e.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
κατεμασήσατο — κατά μασάομαι chew aor ind mid 3rd sg (attic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)