- κατα-γογγυσμός
κατα-γογγυσμός, ὁ, das Murren dagegen, Sp.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
κατα-γογγυσμός, ὁ, das Murren dagegen, Sp.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
θόρυβος — Όρος με τον οποίο χαρακτηρίζεται εμπειρικά κάθε ανεπιθύμητος ήχος. Ο ορισμός αυτός, ωστόσο, δεν είναι ακριβής, γιατί δεν αφορά μόνο τα φυσικά χαρακτηριστικά του ήχου, αλλά και τα φυσιολογικά και ψυχολογικά αποτελέσματα που προκαλεί ο θ. Το… … Dictionary of Greek