- κωνίας
κωνίας οἶνος, ὁ, mit Pech angemachter Wein, Galen. aus Hippocr.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
κωνίας οἶνος, ὁ, mit Pech angemachter Wein, Galen. aus Hippocr.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
κωνίας — κωνίας, ὁ (Α) φρ. «κωνίας οἶνος» οίνος, στην παρασκευή τού οποίου χρησιμοποιούσαν και πίσσα. [ΕΤΥΜΟΛ. < κῶνος + επίθημα ίας, που δηλώνει ονομασίες κρασιών (πρβλ. ομφακ ίας, πιτυρ ίας)] … Dictionary of Greek
κωνίαν — κωνίᾱν , κωνίας pitched masc acc sg (attic epic doric aeolic) κωνίας pitched masc acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
κώνος — I (Γεωλ.). Σχηματισμοί που δημιουργούνται από υδάτινα ρεύματα, κυρίως χειμαρρώδους χαρακτήρα, όταν από μια απρόοπτη μείωση της κλίσης της κοίτης ελαττώνεται η ταχύτητα του νερού, με αποτέλεσμα να αποτίθενται υπό μορφή βεντάλιας (ριπιδίου) ή κ. τα … Dictionary of Greek
κωνίου — κώνιον small cone neut gen sg κωνίας pitched masc gen sg κωνίον small cone neut gen sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)