- ζωγρεύω
ζωγρεύω, = Folgdm, Polyaen. 4, 3, 27.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
ζωγρεύω, = Folgdm, Polyaen. 4, 3, 27.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
ζωγρεύω — (Α) βλ. ζωγρῶ, έω … Dictionary of Greek
ζωγρευθείς — ζωγρεύω aor part pass masc nom/voc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ζωγρεύειν — ζωγρεύω pres inf act (attic epic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐζωγρεύθη — ζωγρεύω aor ind pass 3rd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐζωγρεύθημεν — ζωγρεύω aor ind pass 1st pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐζωγρεύθης — ζωγρεύω aor ind pass 2nd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐζωγρεύοντο — ζωγρεύω imperf ind mp 3rd pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ζωγρευτικός — ζωγρευτικός, ὁν (Α) [ζωγρεύώ] (για το έργο τών μαθητών τού Χριστού) αυτός που αναφέρεται στο ψάρεμα, ο αλιευτικός … Dictionary of Greek
ζωγρεῦσαι — ζωγρέω take pres part act fem nom/voc pl (epic doric ionic) ζωγρεύω aor inf act … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ζωγρεύσας — ζωγρεύσᾱς , ζωγρέω take pres part act fem acc pl (epic doric ionic) ζωγρεύσᾱς , ζωγρέω take pres part act fem gen sg (doric) ζωγρεύσᾱς , ζωγρεύω aor part act masc nom/voc sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀντεζωγρεύθησαν — ἀντί ζωγρεύω aor ind pass 3rd pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)