- κυαθίς
κυαθίς, ίδος, ἡ, = Vorigem, Ath. XI, 480 b, κοτυλῶδες ἀγγεῖον.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
κυαθίς, ίδος, ἡ, = Vorigem, Ath. XI, 480 b, κοτυλῶδες ἀγγεῖον.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
κυαθίς — κυαθίς, ίδος, ἡ (Α) μικρός κύαθος, κυάθιο. [ΕΤΥΜΟΛ. < κύαθος + υποκορ. κατάλ. ις (πρβλ. ακανθ ίς, στρουθ ίς)] … Dictionary of Greek
κυαθίς — fem nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
κυαθίδι — κυαθίς fem dat sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)