κρῑός

κρῑός

κρῑός, (vgl. κέρας, κεραός), der Widder, Schaafbock; Od. 9, 461; Pind. P. 4, 121; Soph. Ai. 237; Her. 2, 42 u. sonst in Prosa. – Auch das Himmelszeichen u. Sternbild, Arat. 238. – Ein Seeungeheuer, großes Seethier, von der Art der κήτη, Ael. H. A. 9, 49. 15, 2. – Nach Poll. 1, 83 auch Schiffe, wahrscheinlich von ihrem Bilde am Vordertheile benannt. – Ein Belagerungswerkzeug, Mauerbrecher, aries, Xen. Cyr. 7, 4, 1 u. Folgde. – Ὀροβιαῖος κριός, eine Art Kichererbse, Theophr. Vgl. κρεῖος. – Auch die Schnecke am Knauf der korinthischen Säulen, wegen ihrer Aehnlichkeit mit den gewundenen Widderhörnern, Hesych., Inscr.


http://www.zeno.org/Pape-1880.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • Κριός — ram masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Κρῖος — masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κριός — I Πεδινός οικισμός (υψόμ. 80 μ., 53 κάτ.) στην πρώην επαρχία Ορεστιάδος του νομού Έβρου. Βρίσκεται στο βορειοανατολικό άκρο του νομού, 165 χλμ. ΒΑ της Αλεξανδρούπολης. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Τριγώνου. II (Αστρον.). Αστερισμός του βορείου… …   Dictionary of Greek

  • κριός — ο 1. τοαρσενικό πρόβατο (και ιδίως ο επιβήτορας), το κριάρι. 2. είδος αρχαίας πολιορκητικής μηχανής. 3. μια από τις κινήσεις στην πάλη. 4. ως κύρ. όν., Κριός, ο αστερισμός στο β. ημισφαίριο, ο πρώτος του ζωδιακού κύκλου …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • κριός — κρῑός , κριός ram masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κριός ή κριάρι — Αρσενικό πρόβατο. Είναι ζώο αναπαραγωγής, το οποίο επιλέγεται από τα καλύτερα της φυλής, σε αντίθεση με τα υπόλοιπα, τα οποία ευνουχίζονται και εκτρέφονται για μαλλί και κρέας. Η γεννητική ωρίμανση των κ. ξεκινάει τον 4o με 5o μήνα ή ακόμα… …   Dictionary of Greek

  • Κρείος ή Κρίος ή Κριός — Μυθολογικό πρόσωπο. Σύμφωνα με την παράδοση ήταν Τιτάνας, γιος του Ουρανού και της Γης, και λατρευόταν στην Πελοπόννησο με τη μορφή κριού. Είχε σύζυγο την Ευρυβία, κόρη του Πόντου, και τρεις γιους, τον Αντραίο, τον Πάλλαντα και τον Πέρση. Μετά… …   Dictionary of Greek

  • Κριοῖν — Κριός ram masc gen/dat dual …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Κριοῖο — Κριός ram masc gen sg (epic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Κριοῖς — Κριός ram masc dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Κριοί — Κριός ram masc nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”