- κροκοδειλίζω
κροκοδειλίζω, dem Krokodil nachahmen, Eust.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
κροκοδειλίζω, dem Krokodil nachahmen, Eust.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
κροκοδειλίζω — (Α κροκοδιλίζω και κροκοδειλίζω) [κροκόδειλος] συμπεριφέρομαι υποκριτικά σαν τον κροκόδειλο … Dictionary of Greek
κροκοδειλίζω — μιμούμαι τον κροκόδειλο, υποκρίνομαι … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
κροκοδιλίζω — (Α) βλ. κροκοδειλίζω … Dictionary of Greek