- κρυψί-χολος
κρυψί-χολος, die Galle, den Zorn verbergend, Eust. 54, 8.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
κρυψί-χολος, die Galle, den Zorn verbergend, Eust. 54, 8.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
κρυψίχολος — κρυψίχολος, ον (Μ) αυτός που κρύβει τον θυμό του, που κρατά μυστική την οργή του. [ΕΤΥΜΟΛ. < κρυψι (βλ. κρυπτ[ο] ) + χολος (< χολή), πρβλ. μελάγ χολος, πικρό χολος] … Dictionary of Greek