μυ-ακάνθινος

μυ-ακάνθινος

μυ-ακάνθινος, ὁ, = Folgdm, Diosc.


http://www.zeno.org/Pape-1880.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • ἀκάνθινος — of thorns masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ακάνθινος — η, ο και αγκάθινος, η, ο (Α ἀκάνθινος, ίνη, ον) [ἄκανθα] φτιαγμένος με αγκάθια «ακάνθινο στεφάνι», «πλέξαντες ἀκάνθινον στέφανον» αρχ. 1. κατασκευασμένος από την αιγυπτιακή «ἄκανθα» (είτε από το ξύλο τού δέντρου είτε από το εσωτερικό τού φλοιού)… …   Dictionary of Greek

  • ακάνθινος — η, ο αγκαθένιος: Φόρεσαν στο Χριστό ακάνθινο στεφάνι …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • ἀκάνθινον — ἀκάνθινος of thorns masc acc sg ἀκάνθινος of thorns neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀκανθίναις — ἀκάνθινος of thorns fem dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀκανθίνη — ἀκάνθινος of thorns fem nom/voc sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀκανθίνης — ἀκάνθινος of thorns fem gen sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀκανθίνοις — ἀκάνθινος of thorns masc/neut dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀκανθίνου — ἀκάνθινος of thorns masc/neut gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀκανθίνῳ — ἀκάνθινος of thorns masc/neut dat sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀκάνθινα — ἀκάνθινος of thorns neut nom/voc/acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”