- νυκτί-μορφος
νυκτί-μορφος, wie die Nacht gestaltet, Eust. 622, 35.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
νυκτί-μορφος, wie die Nacht gestaltet, Eust. 622, 35.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
νυκτίμορφος — νυκτίμορφος, ον (Μ) αυτός που έχει τη μορφή τής νύχτας, σκοτεινός. [ΕΤΥΜΟΛ. < νυκτι (βλ. ετυμολ. λ. νύχτα) + μορφος (< μορφή)] … Dictionary of Greek