ΑἸΠύς

ΑἸΠύς

ΑἸΠύς, εῖα, ύ, hoch, tief, jäh, steil; Hom. oft, z. B. ὄρος Il. 2, 603, κολώνη 2, 811, πέτρη Od. 3, 293, Ὄλυμπος Il. 5, 367, Σκῠρος 9, 668, Ἴλιον 15, 71, πτολίεϑρον 2, 538, τεῖχος 6, 327; βρόχος Od. 1 l, 278; – ὄλεϑρος Il. 6, 57 u. oft, φόνος Od. 4, 843, χόλος Il. 15, 223, πόνος Il, 1 6, 651; αἰπύ οἱ ἐσσεῖταινῆας ἐνιπρῆσαι Il. 13, 317 vgl. Scholl. Aristonic. Zenodot schrieb Iliad. 3, 364. 15, 192 οὐρανὸν αἰπύν, Aristarch εὐρύν, s. Scholl. Aristonic., Lehrs Aristarch. p. 168; – οὐρανὸς αἰπύς Soph. Ai. 832; – ἀκρέμων Antiph. 8 (IX, 256); – Hes. Th. 682 ἰωή, 589 δόλος;Pind. Ol. 11, 44 ϑάνατος, frgm. 252 σκότος;Agath. 70 (XI, 354) αἰπυτάτη σοφίη, sehr tiefe Weisheit.


http://www.zeno.org/Pape-1880.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • αιπύς — αἰπύς, εῑα, ύ (Α) 1. ψηλός, απόκρημνος 2. (για τον θάνατο) αυτός που εφορμά από ψηλά, ορμητικός, βίαιος 3. ολοσχερής, ολοκληρωτικός, πλήρης, τέλειος, οξύς 4. (για πάθη) φλογερός, δυνατός 5. στη Μυκην. η λ. μαρτυρείται έμμεσα με το κύριο όνομα… …   Dictionary of Greek

  • αἰπύς — high and steep masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • αἰπέα — αἰπύς high and steep neut nom/voc/acc pl (epic ionic) αἰπέᾱ , αἰπύς high and steep fem nom/voc/acc dual (epic ionic) αἰπύς high and steep fem nom/voc sg (epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • αἰπύ — αἰπύς high and steep masc voc sg αἰπύς high and steep neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • αἰπεῖ — αἰπύς high and steep masc/neut dat sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • αἰπεῖα — αἰπύς high and steep fem nom/voc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • αἰπεῖαν — αἰπύς high and steep fem acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • αἰπέος — αἰπύς high and steep masc/neut gen sg (epic doric ionic aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • αἰπύν — αἰπύς high and steep masc acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Apostomus — [Postemus, Apostemus, Apostomos.] is a name occurring in Talmudic tradition. The Talmudic accountAmong five catastrophes said to have overtaken the Jews on the Seventeenth of Tammuz, the Mishnah [Ta anit iv. 6.] includes the burning of the Torah… …   Wikipedia

  • Aepycamelus — Taxobox fossil range = Miocene name = Aepycamelus image width = 250px image caption = A twentieth century artist s rendering of an Aepycamelus regnum = Animalia phylum = Chordata classis = Mammalia ordo = Artiodactyla familia = Camelidae tribus …   Wikipedia

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”