- χάλκ-ανθος
χάλκ-ανθος, ὁ, ἡ, = χαλκάνϑη, Sp.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
χάλκ-ανθος, ὁ, ἡ, = χαλκάνϑη, Sp.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
φυλλανθές — τὸ, Α ονομασία φυτού με αγκαθωτά φύλλα. [ΕΤΥΜΟΛ. < φύλλον + ανθές, ουδ. τού ανθής (< ἄνθος), πρβλ. χαλκ ανθές, χρυσ ανθές] … Dictionary of Greek
χάλκανθον — τὸ, ΜΑ μσν. το χρυσάνθεμο αρχ. θειικός χαλκός που χρησιμοποιούσαν σε διάλυμα για μελάνη γραφής και για βαφή δερμάτων και υποδημάτων («τὸ καλούμενον χάλκανθον οὐδετέρως ἢ ὡς ἔνιοι χάλκανθος ἀρσενικῶς ἢ θηλυκῶς», Γαλ.). [ΕΤΥΜΟΛ. < χαλκ(ο) * +… … Dictionary of Greek
χαλκανθές — τὸ, Α το χάλκανθον*. [ΕΤΥΜΟΛ. < χαλκ(ο) * + ανθές, ουδ. τού ανθής (< ἄνθος), πρβλ. χλο ανθής] … Dictionary of Greek
χαλκός — Χημικό στοιχείο με σύμβολο Cu· ανήκει στην πρώτη ομάδα, δεύτερη υποομάδα του περιοδικού συστήματος των στοιχείων, έχει ατομικό αριθμό 29, ατομικό βάρος 63,54, δύο σταθερά ισότοπα (Cu63 και Cu65) και 9 ραδιενεργά, από αριθμό μάζας 58 έως 68.… … Dictionary of Greek