χαλκ-ῶνυξ

χαλκ-ῶνυξ

χαλκ-ῶνυξ, υχος, mit ehernen Nägeln, Klauen, Hufen, Schol. Ap. Rh. 3, 233.


http://www.zeno.org/Pape-1880.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • κερώνυξ — κερῶνυξ, ώνυχος, ὁ, ἡ (Α) (ποιητ. τ. ως επίθ. τού Πανός) 1. αυτός που έχει κεράτινες οπλές, νύχια ζώου 2. (κατά τον αρχ. Σχολ.) «οἱ μὲν νομίζουσι τὸν κέρασι καὶ ὄνυξι χρώμενον, οἱ δὲ τὸν ὀξύκερόν φασι, ὡς τοῡ ὄνυχος ἐνταῡθα τὴν ὀξύτητα δηλοῡντος …   Dictionary of Greek

  • κοιλώνυξ — κοιλῶνυξ, ὁ, ἡ (Α) (για άλογα) αυτός που έχει κοίλες οπλές. [ΕΤΥΜΟΛ. < κοῖλος + ῶνυξ (< ὄνυξ «νύχι»), πρβλ. αιγ ώνυξ, χαλκ ώνυξ. Το ω λόγω τής συνθέσεως] …   Dictionary of Greek

  • χαλκώνυξ — ώνυχος, ὁ, ἡ, Α αυτός που έχει χάλκινα νύχια. [ΕΤΥΜΟΛ. < χαλκ(ο) * + ῶνυξ (< ὄνυξ, υχος «νύχι»), πρβλ. γαμψ ῶνυξ. Το ω τού τ. οφείλεται σε έκταση λόγω συνθέσεως] …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”