χαλκ-όδους

χαλκ-όδους

χαλκ-όδους, οντος, od. χαλκ-όδων, οντος, l. d. statt χαλκώδων.


http://www.zeno.org/Pape-1880.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • λυκόδους — ο (Α λυκόδους, οντος) νεοελλ. ισχυρή σφήνα που συγκρατεί τα λουριά τής άμαξας αρχ. στον πληθ. οι λυκόδοντες οι κυνόδοντες. [ΕΤΥΜΟΛ. < λύκος + ὀδούς, ὀδόντος (πρβλ. κρατερ όδους, χαλκ όδους)] …   Dictionary of Greek

  • χαλκόδους — οντος, ὁ, Α χαλκώδων*. [ΕΤΥΜΟΛ. < χαλκ(ο) * + ὀδούς (πρβλ. ὀξυ όδους, χρυσε όδους)] …   Dictionary of Greek

  • χαλκώδων — Βασιλιάς των Αβάντων της Εύβοιας, σύζυγος της Αλκυόνης, πατέρας του Eλεφήνορα και της Χαλκιόπης. Το όνομά του έφερε παλαιότερα η Εύβοια, που λεγόταν Χαλκωδοντίδα. Κατέλαβε τη Θήβα. Την πόλη ελευθέρωσε ο Αμφιτρύων της Τίρυνθας, που σκότωσε τον… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”