χαλκό-νωτος

χαλκό-νωτος

χαλκό-νωτος, mit ehernem od. kupfernem Rücken, ἀσπίς Eur. Troad. 1136, ἰτέα 1193.


http://www.zeno.org/Pape-1880.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • κυφόνωτος — κυφόνωτος, ον (Α) αυτός που έχει κυρτά νώτα, καμπούρης. [ΕΤΥΜΟΛ. < κυφός + νωτος (< νῶτον), πρβλ. σιδηρό νωτος, χαλκό νωτος] …   Dictionary of Greek

  • πτιλόνωτος — ον, Α φρ. «πτιλόνωτος κάμπη» κάμπια με μεμβρανώδη ράχη. [ΕΤΥΜΟΛ. < πτίλον «πούπουλο» + νωτος (< νῶτον), πρβλ. οστρακό νωτος, χαλκό νωτος] …   Dictionary of Greek

  • σιδηρόνωτος — ον, Α αυτός που έχει σιδερένια νώτα. [ΕΤΥΜΟΛ. < σιδηρο * + νωτος (< νῶτον), πρβλ. χαλκό νωτος] …   Dictionary of Greek

  • υψηλόνωτος — ον, Α αυτός που έχει ψηλά νώτα. [ΕΤΥΜΟΛ. < ὑψηλός + νωτος (< νῶτον), πρβλ. χαλκό νωτος] …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”