- χαλκό-τορος
χαλκό-τορος, aus Erz od. Kupfer gearbeitet, ξίφος Pind. P. 4, 147. – Durch Erz gebohrt, geschlagen, ὠτειλαί Opp. Cyn. 5, 329.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
χαλκό-τορος, aus Erz od. Kupfer gearbeitet, ξίφος Pind. P. 4, 147. – Durch Erz gebohrt, geschlagen, ὠτειλαί Opp. Cyn. 5, 329.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
ρινοτόρος — ον, Α (για τον Άρη) αυτός που διατρυπά τη δερμάτινη ασπίδα. [ΕΤΥΜΟΛ. < ῥινός «δέρμα» + τόρος (< θ. τορ του αορ. τορ εῖν τού τείρω «τρυπώ»), πρβλ. χαλκό τορος] … Dictionary of Greek
Ισπανία — Επίσημη ονομασία: Βασίλειο της Ισπανίας Έκταση: 504.782 τ. χλμ. Πληθυσμός: 40.037.995 (2001) Πρωτεύουσα: Μαδρίτη (2.882.860 κάτ. το 2000)Κράτος της νοτιοδυτικής Ευρώπης, στην Ιβηρική χερσόνησο. Συνορεύει στα ΒΑ με τη Γαλλία και την Ανδόρα, στα Δ… … Dictionary of Greek