- χιτωνίσκιον
χιτωνίσκιον, τό, dim. von χιτών, Osann syll. inscr. 1 p. 79.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
χιτωνίσκιον, τό, dim. von χιτών, Osann syll. inscr. 1 p. 79.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
χιτωνίσκιον — neut nom/voc/acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
χιτωνίσκιον — τὸ, ΜΑ, και χιθωνίσκιον Α [χιτωνίσκος] υποκορ. τ. τού χιτωνίσκος μσν. μτφ. το σώμα («οἷα σκηνὴν τῆς ψυχῆς καταλελοίπει τὸ ἀχθοφόρον τουτὶ καὶ γήϊνον χιτωνίσκιον», Θεοφύλ. Σ.) … Dictionary of Greek