χαράκιον

χαράκιον

χαράκιον, τό, dim. von χάραξ, Hesych.


http://www.zeno.org/Pape-1880.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • χαράκιον — tessera neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • χαράκιον — τὸ, ΜΑ βλ. χαράκι …   Dictionary of Greek

  • χαρακίου — χαράκιον tessera neut gen sg χαρακίας of masc gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • χαρακίων — χαράκιον tessera neut gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • χαράκια — χαράκιον tessera neut nom/voc/acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • χαράκι — Oνομασία 2 οικισμών. 1. Παράλιος οικισμός (υψόμ. 5 μ.), στην πρώην επαρχία Ρόδου, του νομού Δωδεκανήσου. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Μαλώνος. 2. Ημιορεινός οικισμός (υψόμ. 390 μ.), στην πρώην επαρχία Μονοφατσίου, του νομού Ηρακλείου. Είναι έδρα …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”