χρέομαι

χρέομαι

χρέομαι, ion. = χράομαι, Her.


http://www.zeno.org/Pape-1880.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • χρέομαι — χράω 2 proclaim pres ind mp 1st sg (epic doric ionic aeolic parad form) χράω 2 proclaim pres ind mid 1st sg (ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ποτιχρέομαι — Α (δωρ. τ.) προσχρῶμαι*. [ΕΤΥΜΟΛ. < ποτί*, τ. ισοδύναμος τού πρός + χρῶμαι / χράομαι / χρέομαι] …   Dictionary of Greek

  • χρώ — (I) άω, Α 1. προκαλώ αμυχή, πληγώνω ελαφρώς, χραύω* 2. (στον Όμ. μόνον στον πρτ.) α) επέρχομαι, επιτίθεμαι εναντίον κάποιου («στυγερὸς δὲ οἱ ἔχραε δαίμων», Ομ. Οδ.) β) (με απρμφ.) είμαι πρόθυμος να κάνω κάτι («τίπτε σὸς υἱὸς ἐμὸν ῥόον ἔχραε… …   Dictionary of Greek

  • χρώμαι — άομαι, και χρηέομαι και δωρ. τ. χρέομαι, Α βλ. χρῶ (II) …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”