- χρηματίτης
χρηματίτης, ὁ, der Wohlhabende, Vermögende, D. Sic. 4, 14; ἀγὼν χρηματίτης, ein Wettkampf, dessen Preis in Geld besteht, Schol. Pind. Ol. 8, 108.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
χρηματίτης, ὁ, der Wohlhabende, Vermögende, D. Sic. 4, 14; ἀγὼν χρηματίτης, ein Wettkampf, dessen Preis in Geld besteht, Schol. Pind. Ol. 8, 108.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
χρηματίτης — χρηματί̱της , χρηματίτης for a money prize masc nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
χρηματίτης — ὁ, Α (ενν. ἀγών) αγώνας τού οποίου το έπαθλο ήταν η προσφορά χρηματικού ποσού. [ΕΤΥΜΟΛ. < χρῆμα, χρήματος + κατάλ. ίτης (πρβλ. στεφαν ίτης)] … Dictionary of Greek
χρηματίτας — χρηματί̱τᾱς , χρηματίτης for a money prize masc acc pl χρηματί̱τᾱς , χρηματίτης for a money prize masc nom sg (epic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ПИФИЯ — • Pythĭa, 1. τὰ Πύθια, Пифийские игры, один из больших национальных праздников у греков в честь Аполлона Пифийского, праздновался на Криссейской равнине близ Дельф; вся она была посвящена этому богу и вследствие изречения оракула не… … Реальный словарь классических древностей
χρηματίτην — χρηματί̱την , χρηματίτης for a money prize masc acc sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)