- φιλο-χρήμων
φιλο-χρήμων, ονος, = φιλοχρήματος, Suid.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
φιλο-χρήμων, ονος, = φιλοχρήματος, Suid.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
χρήμα — Είναι το μέσο που χρησιμεύει ως κοινό μέσο ανταλλαγής και πληρωμών. Σε αυτό βασίζεται η λειτουργία του μηχανισμού των τιμών, που κατευθύνει την παραγωγή και την κατανάλωση, και γι’ αυτό ακριβώς το χ. αποτελεί μια από τις θεμελιώδεις έννοιες της… … Dictionary of Greek
πολυχρήμων — ύχρημον, Α πολυχρήματος. [ΕΤΥΜΟΛ. < πολυ * + χρήμων (< χρῆμα), πρβλ. φιλο χρήμων] … Dictionary of Greek