φιλ-όργιος

φιλ-όργιος

φιλ-όργιος, geheime Weihen, Feste liebend, Κύπρις Philod. 24 (X, 21).


http://www.zeno.org/Pape-1880.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • πολυόργιος — ον, Α (για τον Διόνυσο) αυτός που τόν τιμούν με την τέλεση πολλών οργίων. [ΕΤΥΜΟΛ. < πολυ * + οργιος (< ὄργια «μυστηριακές τελετές»), πρβλ. φιλ όργιος] …   Dictionary of Greek

  • φιλόργιος — ον, ΜΑ αυτός που αγαπά τα όργια. [ΕΤΥΜΟΛ. < φιλ(ο) * + οργιος (< ὄργια [τὰ])] …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”