φιλό-πτολις

φιλό-πτολις

φιλό-πτολις, ὁ, ἡ, poet. statt φιλόπολις, Eur. Rhes. 158.


http://www.zeno.org/Pape-1880.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • φερέπολις — και φερέπτολις, ιος, ὁ, ἡ, Α αυτός που διατηρεί την πόλη, το κράτος («φερέπολιν τῆς Ῥώμης [τύχην]», Πίνδ.). [ΕΤΥΜΟΛ. < φέρω (για τη μορφή τού α συνθετικού βλ. λ. φέρω) + πόλις / πτόλις (πρβλ. φιλό πολις / πτολις, φυγό πολις / πτολις)] …   Dictionary of Greek

  • φυγόπολις — και ποιητ. τ. φυγόπτολις, ι, Α αυτός που φεύγει από την πόλη του, από την πατρίδα του. [ΕΤΥΜΟΛ. < φυγο (< θ. φυγ τού αορ. β ἔ φυγ ον τού ρ. φεύγω*) + πολις (< πόλις / πτόλις), πρβλ. μισό πολις, φιλό πολις] …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”