- φυτο-σκαφία
φυτο-σκαφία, ἡ, das Umgraben od. Behacken einer Pflanze, Ep. ad. 253 (Plan. 202).
http://www.zeno.org/Pape-1880.
φυτο-σκαφία, ἡ, das Umgraben od. Behacken einer Pflanze, Ep. ad. 253 (Plan. 202).
http://www.zeno.org/Pape-1880.
πανσκαφία — ή πανσκαφεία, ἡ, Μ το να ανοίγει ο γεωργός βαθιούς λάκκους για να φυτέψει τα δέντρα του. [ΕΤΥΜΟΛ. < παν * + σκαφία (< σκαφος < σκάπτω), πρβλ. φυτο σκαφία. Ο τ. πανσκαφεία < παν * + σκαφεία «σκάψιμο»] … Dictionary of Greek