τῑμωρητήρ

τῑμωρητήρ

τῑμωρητήρ, ῆρος, ὁ, = Folgdm, Her. 5, 80.


http://www.zeno.org/Pape-1880.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • τιμωρητήρ — ῆρος, ὁ, Α εκδικητής. [ΕΤΥΜΟΛ. < τιμωρῶ + επίθημα τήρ (πρβλ. τιμη τήρ)] …   Dictionary of Greek

  • -τήρας — τήρ, ΝΜΑ παραγωγική κατάλ. ονομάτων όλων τών περιόδων τής Ελληνικής, η οποία, όπως και η κατάλ. τωρ, χρησιμοποιήθηκε για να δηλώσει τον δράστη ενέργειας. Οι δύο αυτές καταλήξεις ανάγονται στην ΙΕ κατάληξη * ter (πρβλ. και αρχ. ινδ. pi tā, λατ. pa …   Dictionary of Greek

  • τιμωρητήρων — τῑμωρητήρων , τιμωρητήρ avenger masc gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”