- τιθηνήτειρα
τιθηνήτειρα, ἡ, = τιϑήνη; Nonn. D. 12, 29; Antp. Sid. 45 (Plan. 296); λέοντος τιϑ. Νεμέη, Archi. 24 (IX, 19).
http://www.zeno.org/Pape-1880.
τιθηνήτειρα, ἡ, = τιϑήνη; Nonn. D. 12, 29; Antp. Sid. 45 (Plan. 296); λέοντος τιϑ. Νεμέη, Archi. 24 (IX, 19).
http://www.zeno.org/Pape-1880.
τιθηνήτειρα — ἡ, Α (ποιητ. τ.) βλ. τιθηνητήρ … Dictionary of Greek
τιθηνήτειρα — τιθηνητήρ fem nom/voc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
τιθηνητήρ — ῆρος, ὁ, θηλ. τιθηνήτειρα, Α (ποιητ. τ.) τροφός. [ΕΤΥΜΟΛ. < τιθηνῶ + επίθημα τήρ* / τειρα (πρβλ. τιμη τήρ, γεννή τειρα)] … Dictionary of Greek