- τετρά-μορφος
τετρά-μορφος, viergestaltig, von vierfacher Gestalt, Eur. frg. inc. 120.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
τετρά-μορφος, viergestaltig, von vierfacher Gestalt, Eur. frg. inc. 120.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
πεντα- — και πεντ και πενθ , ΝΜΑ, πεντο , Ν, πεντε , Α α συνθετικό πολλών λέξεων όλων τών περιόδων τής Ελληνικής, που ανάγεται στο αριθμητικό πέντε και σημαίνει ότι αυτό που δηλώνει το β συνθετικό υπάρχει ή γίνεται πέντε φορές (πρβλ. πεντά γωνος, πεντα… … Dictionary of Greek