- τετραξός
τετραξός, vierfach, Arist. metaph. 12, 2, 7.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
τετραξός, vierfach, Arist. metaph. 12, 2, 7.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
τετραξός — ή, όν, Α τετραπλός («γραμμαὶ τετραξαί» τέσσερεις σειρές γραμμών, Αριστοτ.). [ΕΤΥΜΟΛ. < τετρα (βλ. λ. τέσσερεις + επίθημα ξός, μέσω αμάρτυρου τ. *τετραχθjος < επίρρ. τετραχθά (πρβλ. δι ξός < *διχθjος < διχθά)] … Dictionary of Greek
τετραξαί — τετραξός fourfold fem nom/voc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ephesia Grammata — ( Ephesian words ) are Ancient Greek magical formulas attested from the 5th or 4th century BC. According to Pausanias the Lexicographer (Eust. ad Od. 20, 247, p. 1864), their name derives from their being inscribed on the cult image of Artemis in … Wikipedia