- ταυρο-φθόγγος
ταυρο-φθόγγος, mit der Stimme eines Stiers, Aesch. frg. 51.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
ταυρο-φθόγγος, mit der Stimme eines Stiers, Aesch. frg. 51.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
κοσμόφθογγος — κοσμόφθογγος, ον (Μ) ακουστός σε όλο τον κόσμο («κοσμόφθογγος σάλπιγξ ή τούτου γλώσσα», Ψελλ.). [ΕΤΥΜΟΛ. < κοσμ(ο) * < φθόγγος (< φθέγγομαι), πρβλ. γλυκύ φθογγος, ταυρό φθογγος] … Dictionary of Greek