- τρί-στιχος
τρί-στιχος, von drei Reihen, Zeilen, Versen, Sp.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
τρί-στιχος, von drei Reihen, Zeilen, Versen, Sp.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
τρίστιχος — η, ο / τρίστιχος, ον, ΝΜΑ νεοελλ. 1. (για ποίημα ή στροφή ποιήματος) αυτός που αποτελείται από τρεις στίχους 2. το ουδ. ως ουσ. το τρίστιχο ποίημα ή στροφή ποιήματος από τρεις στίχους μσν. αρχ. αυτός που απαρτίζεται από τρεις σειρές (α.… … Dictionary of Greek
три́стих — а, м. лит. Строфа из трех стихов. [От греч. τριστιχος трехрядный] … Малый академический словарь
τρίμετρος — η, ο/τρίμετρος, ον, ΝΜΑ 1. (για στίχους) αυτός που αποτελείται από τρία μέτρα, δηλαδή στους ιαμβικούς, τροχαϊκούς και αναπαιστικούς στίχους, αυτός που αποτελείται από τρεις διποδίες, ενώ στους δακτυλικούς αυτός που αποτελείται από τρεις απλούς… … Dictionary of Greek