- τρι-έσπερος
τρι-έσπερος, von drei Abenden, Nächten; Beiwort des in der Dreinacht erzeugten Herakles, Jac. A. P. 827; Lycophr. 33; vgl. Alciphr. 3, 38; όνειροςι Luc. Somn. 17.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
τρι-έσπερος, von drei Abenden, Nächten; Beiwort des in der Dreinacht erzeugten Herakles, Jac. A. P. 827; Lycophr. 33; vgl. Alciphr. 3, 38; όνειροςι Luc. Somn. 17.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
τριέσπερος — ον, Α 1. αυτός που γίνεται σε τρεις συνεχείς νύχτες 2. (το αρσ.) προσωνυμία τού Ηρακλέους, τού οποίου η σύλληψη έγινε σε τρεις συνεχείς νύχτες 3. φρ. «τριέσπερος λέων» ο Ηρακλής. [ΕΤΥΜΟΛ. < τρι * + έσπερος (< εσπέρα), πρβλ. παν έσπερος] … Dictionary of Greek