- τρι-φαλαγγία
τρι-φαλαγγία, ἡ, dreifache Phalanx; Pol. 6, 40, 11. 12, 18, 5; Ael. Tact. 40.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
τρι-φαλαγγία, ἡ, dreifache Phalanx; Pol. 6, 40, 11. 12, 18, 5; Ael. Tact. 40.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
τριφαλαγγία — η, ΝΑ η παράταξη σε τρεις φάλαγγες νεοελλ. ναυτ. η διάταξη πλεύσης ναυτικής δύναμης σε τρεις στήλες κατά την εποχή τών ιστιοφόρων πλοίων. [ΕΤΥΜΟΛ. < τρι * + φάλαγξ, αγγος + κατάλ. ία (πρβλ. τετρα φαλαγγία)] … Dictionary of Greek