- σώχω
σώχω, weichere ion. Form statt ψώχω, reiben, zerreiben, s. κατασώχω.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
σώχω, weichere ion. Form statt ψώχω, reiben, zerreiben, s. κατασώχω.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
σώχω — rub to pieces pres subj act 1st sg (ionic) σώχω rub to pieces pres ind act 1st sg (ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
σώχω — Όνομα δύο βιβλικών πόλεων. Στα εβραϊκά ονομάζονται Σωκώ και Σωκώχ. Η πρώτη ήταν πόλη της ορεινής Ιουδαίας, στην τοποθεσία του σημερινού οικισμού Χιρμπέτ Σουεϊκέ, 16 χλμ. νοτιοδυτικά της Χεβρώνας. Σώζονται ερείπιά της σε καλή κατάσταση. Η δεύτερη … Dictionary of Greek
σῶχε — σώχω rub to pieces pres imperat act 2nd sg (ionic) σώχω rub to pieces imperf ind act 3rd sg (ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
σώχουσι — σώχω rub to pieces pres part act masc/neut dat pl (attic epic doric ionic) σώχω rub to pieces pres ind act 3rd pl (attic epic doric ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
σωχομένους — σώχω rub to pieces pres part mp masc acc pl (ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
σώχειν — σώχω rub to pieces pres inf act (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
σώχοις — σώχω rub to pieces pres opt act 2nd sg (ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
διάσωχε — διά σώχω rub to pieces pres imperat act 2nd sg (ionic) διά σώχω rub to pieces imperf ind act 3rd sg (ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
σῶχ' — σῶχε , σώχω rub to pieces pres imperat act 2nd sg (ionic) σῶχε , σώχω rub to pieces imperf ind act 3rd sg (ionic) σῶκε , σῶκος the stout masc voc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀνάσωχε — ἀνά σώχω rub to pieces pres imperat act 2nd sg (ionic) ἀνά σώχω rub to pieces imperf ind act 3rd sg (ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
διασώχω — (Α) [σώχω] μεταβάλλω σε τρίμματα … Dictionary of Greek