- σκοτο-δίνη
σκοτο-δίνη, ἡ, schlechtere Form für σκοτοδινία, Lob. Phryn. p. 499.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
σκοτο-δίνη, ἡ, schlechtere Form für σκοτοδινία, Lob. Phryn. p. 499.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
παλινδινία — παλινδινία, ἡ (Α) (κατά τον Ησύχ.) «ἡ ἐξ ὑποστροφῆς ὑδάτων». [ΕΤΥΜΟΛ. < πάλιν + δινία (< δινος < δίνη), πρβλ. σκοτο δινία] … Dictionary of Greek
περίδινος — ὁ, ἡ, Α 1. περιπλανώμενος 2. πειρατής («περίδ[ε]ινον πειρατήν», Ησύχ.). [ΕΤΥΜΟΛ. < περι * + δινος (< δίνη), πρβλ. σκοτό δινος] … Dictionary of Greek