- σύμ-ψηφος
σύμ-ψηφος, gleichstimmig, übereinstimmend, τινὶ εἶναι, Plat. Gorg. 500 a, auch τινί τινος, Crat. 398 c Rep. II, 380 c; Sp., wie Pol., σύμψηφον τοῖς ὄχλοις ποιῶν ἑαυτόν, 3, 90, 6; vgl. Lob. zu Phryn. p. 2.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
σύμ-ψηφος, gleichstimmig, übereinstimmend, τινὶ εἶναι, Plat. Gorg. 500 a, auch τινί τινος, Crat. 398 c Rep. II, 380 c; Sp., wie Pol., σύμψηφον τοῖς ὄχλοις ποιῶν ἑαυτόν, 3, 90, 6; vgl. Lob. zu Phryn. p. 2.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
υπόψηφος — ον, ΜΑ υποψήφιος μσν. εκκλ. αυτός που προορίζεται για ανώτατο εκκλησιαστικό αξίωμα. [ΕΤΥΜΟΛ. < ὑπ(ο) * + ψῆφος (πρβλ. σύμ ψηφος)] … Dictionary of Greek