- σχετικός
σχετικός, 1) haltend, festhaltend, abhaltend, zurückhaltend, τινός, Plut. Symp. 8, 5, 1, öfter. – 2) in der Logik = relativ, bezüglich.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
σχετικός, 1) haltend, festhaltend, abhaltend, zurückhaltend, τινός, Plut. Symp. 8, 5, 1, öfter. – 2) in der Logik = relativ, bezüglich.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
σχετικός — of masc nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
σχετικός — ή, ό / σχετικός, ή, όν, ΝΜΑ αυτός που έχει σχέση αναλογίας ή ομοιότητας με κάποιον άλλο, συναφής (α. «σχετικές έννοιες» έννοιες τών οποίων τα αντικείμενα σχετίζονται, όπως λ.χ. αιτία και αιτιατό, ωκεανός και πέλαγος β. «πεπρᾱχθαί φησι κατ… … Dictionary of Greek
σχετικός — ή, ό επίρρ. ά 1. αυτός που έχει σχέση με κάτι, συναφής: Συζήτησαν τα προβλήματα τα σχετικά με την ένταξη της χώρας μας στην Κοινή Αγορά. 2. όχι πολύς, μέτριος: Εξασφάλισε σχετική ευημερία. 3. όχι απόλυτος: Η αλήθεια είναι σχετική … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
σχετικά — σχετικός of neut nom/voc/acc pl σχετικά̱ , σχετικός of fem nom/voc/acc dual σχετικά̱ , σχετικός of fem nom/voc sg (doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
σχετικώτερον — σχετικός of adverbial comp σχετικός of masc acc comp sg σχετικός of neut nom/voc/acc comp sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
σχετικῶν — σχετικός of fem gen pl σχετικός of masc/neut gen pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
σχετικόν — σχετικός of masc acc sg σχετικός of neut nom/voc/acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
σχετικαῖς — σχετικός of fem dat pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
σχετικαί — σχετικός of fem nom/voc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
σχετικοί — σχετικός of masc nom/voc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
σχετικούς — σχετικός of masc acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)