- σφάκτρον
σφάκτρον, τό, Zoll für geschlachtetes Opfervieh, Poll. 10, 97.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
σφάκτρον, τό, Zoll für geschlachtetes Opfervieh, Poll. 10, 97.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
σφάκτρον — tax paid for victims neut nom/voc/acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
σφάκτρον — τὸ, Α φόρος που πλήρωναν οι θύτες («τὸ σφάκτρον τέλους ὄνομα ἦν ἐπὶ τοῡ καταβαλλομένου ὑπὲρ τῶν θυομένων οὕτως ἐπονομασθέν», Πολυδ.). [ΕΤΥΜΟΛ. σφάζω + επίθημα τρον (πρβλ. πλῆκ τρον)] … Dictionary of Greek