- συν-δράω
συν-δράω, mit od. zugleich thun; τοῖς δρῶσι καὶ συνδρῶσι, Soph. El. 488, vgl. 1014; ϑυγατρὶ συνδρᾷ τάδε, Eur. Andr. 40, u. öfter; Ar. Eccl. 16; Thuc. 6, 64; Sp.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
συν-δράω, mit od. zugleich thun; τοῖς δρῶσι καὶ συνδρῶσι, Soph. El. 488, vgl. 1014; ϑυγατρὶ συνδρᾷ τάδε, Eur. Andr. 40, u. öfter; Ar. Eccl. 16; Thuc. 6, 64; Sp.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
συναποδράσαντος — συναποδρά̱σαντος , σύν , ἀπό δράω do aor part act masc/neut gen sg (attic epic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
συναποδράσοντας — συναποδρά̱σοντας , σύν , ἀπό δράω do fut part act masc acc pl (attic epic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)