- συν-εκ-στρατεύω
συν-εκ-στρατεύω, mit zu Felde ziehen, Ios.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
συν-εκ-στρατεύω, mit zu Felde ziehen, Ios.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
πανδημεί — και πανδημί / δωρ. τ. πανδαμεί και πανδαμί, ΝΑ επίρρ. με την συμμετοχή όλου τού λαού, συν γυναιξί καί τέκνοις, με όλους μαζί, αθρόως αρχ. φρ. «πανδημεὶ στρατεύω» εκστρατεύω με πανστρατιά, με κινητοποίηση όλων των στρατιωτικών δυνάμεων. [ΕΤΥΜΟΛ.… … Dictionary of Greek
συστρατεύω — και αττ. τ. ξυστρατεύω Α εκστρατεύω από κοινού. [ΕΤΥΜΟΛ. < συν * + στρατεύω «εκστρατεύω» (< στρατός)] … Dictionary of Greek