- συν-εχθραίνω
συν-εχθραίνω, = συνεχϑαίρω, Plut.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
συν-εχθραίνω, = συνεχϑαίρω, Plut.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
συνεχθραίνειν — σύν ἐχθραίνω hate pres inf act (attic epic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
συνεχθραίνω — Α συνεχθαίρω*. [ΕΤΥΜΟΛ. < συν * + ἐχθραίνω «μισώ, εχθρεύομαι»] … Dictionary of Greek
εχθρός — ά, ό, αρσ. και εχτρός και οχτρός (ΑΜ ἐχθρός, ά, όν, Μ αρσ. και ὀχθρός και ὀχτρός) 1. αυτός εναντίον τού οποίου αισθάνεται κάποιος έχθρα, μίσος, απέχθεια, αποστροφή («ἐχθρὸς γάρ μοι κεῑνος ὅμως Ἀΐδαο πύλῃσιν», Ομ. Ιλ.) 2. (συν. το αρσ. και θηλ. ως … Dictionary of Greek