- συν-απο-δύω
συν-απο-δύω (s. δύω), mit od. zugleich ausziehen lassen, Sp.; fut. med., Plut. am. mult. 3, öfter.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
συν-απο-δύω (s. δύω), mit od. zugleich ausziehen lassen, Sp.; fut. med., Plut. am. mult. 3, öfter.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
συναποδύσομεν — συναποδύ̱σομεν , σύν , ἀπό δύω 1 aor subj act 1st pl (epic) συναποδύ̱σομεν , σύν , ἀπό δύω 1 fut ind act 1st pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
οκτώ — και οχτώ, οι, τα (ΑΜ ὀκτώ, Α και βοιωτ. τ. ὀκτό και ηρακλεωτικός τ. hοκτώ και ηλειακός τ. ὀπτώ, οἱ, αἱ, τὰ) άκλ. απόλυτο αριθμητικό το οποίο εκφράζει την έννοια τής ποσότητας η οποία είναι κατά μία λιγότερη τών εννέα και κατά μία περισσότερη τών… … Dictionary of Greek
πολυσύνθετος — η, ο / πολυσύνθετος, ον, ΝΜΑ 1. αυτός που συγκροτείται, που απαρτίζεται από πολλά τμήματα, από πολλά στοιχεία 2. (ιδίως για φαρμακευτικά παρασκευάσματα) αυτός που αποτελείται από πολλά συστατικά 3. (για λέξη) αυτός που έχει σχηματιστεί με… … Dictionary of Greek