σταφιδίτης

σταφιδίτης

σταφιδίτης, , fem. σταφιδῖτις, von getrockneten Weinbeeren.


http://www.zeno.org/Pape-1880.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • σταφιδίτης — ο, ΝΜΑ (ενν. οίνος) κρασί από σταφίδες. [ΕΤΥΜΟΛ. < σταφίς, ίδος + επίθημα ίτης (πρβλ. μηλ ίτης)] …   Dictionary of Greek

  • σταφιδίτης — ο είδος κρασιού που γίνεται από ξερή σταφίδα …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • ασταφίς — ἀσταφίς και ὀσταφίς και σταφίς, η (Α) 1. η σταφίδα 2. το κρασί που παρασκευάζεται από σταφίδα, ο σταφιδίτης. [ΕΤΥΜΟΛ. Τεχνικός όρος αβέβαιης ετυμολ. Παράλληλοι τ. οσταφίς (σπάνιος) και σταφίς (Ιπποκρ., θεόκρ.) από τους οποίους ο τ. ασταφίς (Ιων.… …   Dictionary of Greek

  • σταφίδιος — ον, Α [σταφίς, ίδος] φρ. «σταφίδιος οἶνος» ο σταφιδίτης …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”