- σπές
σπές,
http://www.zeno.org/Pape-1880.
σπές,
http://www.zeno.org/Pape-1880.
σπές — ἕπομαι aor ind act 2nd sg (homeric ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
sekʷ-2 — sekʷ 2 English meaning: to see, show; to speak Deutsche Übersetzung: “bemerken, sehen; zeigen”, originally “wittern, spũren” and (jũnger) ‘sagen” Note: identical with sekʷ 1. Material: Gk. ἐνέπω, ἐννέπω ( νν verbalism the… … Proto-Indo-European etymological dictionary
ελπίς — I Θεότητα, προσωποποίηση της ελπίδας στην αρχαία Ελλάδα. Σύμφωνα με τη μυθολογία, η Ε., μαζί με την Τύχη και την Ειρήνη, ήταν κόρες του Δία και της Πίστης. Ο Ησίοδος την αναφέρει στον μύθο της Πανδώρας, η οποία, αφού άνοιξε τον πύξο απ’ όπου… … Dictionary of Greek