σπάνις — εως, η, ΝΑ σπανιότητα νεοελλ. (λόγιος τ.) 1. (οικον.) η ανεπάρκεια τής ποσότητας τών προσφερόμενων αγαθών σε σχέση με τη ζητούμενη ποσότητα τους 2. φρ. α) «σπάνις εισροών» έλλειψη συντελεστών παραγωγής β) «σπάνις εκροών» (οικον.) έλλειψη… … Dictionary of Greek
σπάνις — σπάνῑς , σπάνις scarcity fem acc pl (epic doric ionic aeolic) σπάνις scarcity fem nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
σπάνει — σπάνις scarcity fem nom/voc/acc dual (attic epic) σπάνεϊ , σπάνις scarcity fem dat sg (epic ionic) σπάνις scarcity fem dat sg (attic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
σπάνεις — σπάνις scarcity fem nom/voc pl (attic epic) σπάνις scarcity fem nom/acc pl (attic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
σπάνι — σπάνις scarcity fem voc sg σπάνῑ , σπάνις scarcity fem dat sg (epic doric ionic aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
σπάνη — σπάνις scarcity fem nom/voc/acc dual (doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
σπάνης — σπάνις scarcity fem nom/voc pl (doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
σπάνιν — σπάνις scarcity fem acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Τζαμάικα — Κράτος της κεντρικής Αμερικής. Βρίσκεται νότια της Κούβας και βρέχεται ολόγυρα από την Καραϊβική.Άλλοτε βρετανική αποικία, η Tζαμάικα είναι από τις 6 Aυγούστου 1962 ανεξάρτητο κράτος στο πλαίσιο της βρετανικής Kοινοπολιτείας.Διοικητικά διαιρείται … Dictionary of Greek
σπάνη — ἡ, Α σπανιότητα, σπάνις. [ΕΤΥΜΟΛ. Μεταπλασμένος τ. τού σπάνις κατά τα θηλ. σε η] … Dictionary of Greek
σπάνι' — σπάνια , σπάνιος rare neut nom/voc/acc pl σπάνιε , σπάνιος rare masc voc sg σπάνιαι , σπάνιος rare fem nom/voc pl σπάνιι , σπάνις scarcity fem dat sg (epic doric ionic aeolic) σπάνιε , σπάνις scarcity fem nom/voc/acc dual (epic doric ionic… … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)