σπάραγμα

σπάραγμα

σπάραγμα, τό, ein abgerissenes oder abgebrochenes Stuck, wie es die Hunde abreißen; Soph. Ant. 1068; κόμας, Eur. Andr. 827; δαμάλας διεφόρουν σπαράγμασιν, Bacch. 738; auch in sp. Prosa, κρημνῶν Plut. Mar. 23, κολοσσοῠ Philostr. soph. 2, 10, 1.


http://www.zeno.org/Pape-1880.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • σπάραγμα — piece torn off neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • σπάραγμα — το 1. κατασπάραξη, ξέσκισμα: Παρακολούθησε το σπάραγμα του μικρού ζώου από το λιοντάρι. 2. σπαρτάρισμα: Ένιωσε το σπάραγμα του ψαριού μέσα στα χέρια του. 3. σπαραγμός …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • σπάραγμα — το, ΝΑ [σπαράσσω] 1. η ενέργεια και το αποτέλεσμα τού σπαράσσω 2. κομμάτι αποσπασμένο από κάπου νεοελλ. μτφ. εκδήλωση σπαραγμού αρχ. λατύπη …   Dictionary of Greek

  • σπαραγμάτων — σπάραγμα piece torn off neut gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • σπαράγμασι — σπάραγμα piece torn off neut dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • σπαράγμασιν — σπάραγμα piece torn off neut dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • σπαράγματα — σπάραγμα piece torn off neut nom/voc/acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • σπαράγματος — σπάραγμα piece torn off neut gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • σπαράγματ' — σπαράγματα , σπάραγμα piece torn off neut nom/voc/acc pl σπαράγματι , σπάραγμα piece torn off neut dat sg σπαράγματε , σπάραγμα piece torn off neut nom/voc/acc dual …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • σπαραγματώδης — ῶδες, Α [σπάραγμα, άγματος] ο όμοιος με σπάραγμα ή αυτός που προκαλεί σπαραγμό …   Dictionary of Greek

  • SCINDENDI Comas — in luctu, ritus, occurrit apud Statium Theb. l. 11. v. 317. At genitrix primam funestae fortis ut amens Expavit famam (nec tarde credidit) ibat Scissa comas Vide supra, ubi de Capillis etc. Item Vestes, apud antiquos frequens admodum, tum in… …   Hofmann J. Lexicon universale

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”