- πολεμ-άρχειος
πολεμ-άρχειος, dem πολέμαρχος gehörig; στοά, Ath. V, 210 b; τὸ π., seine Wohnung, Xen. Hell. 5, 4, 5; Pol. 4, 79, 5.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
πολεμ-άρχειος, dem πολέμαρχος gehörig; στοά, Ath. V, 210 b; τὸ π., seine Wohnung, Xen. Hell. 5, 4, 5; Pol. 4, 79, 5.
http://www.zeno.org/Pape-1880.