- πηλικότης
πηλικότης, ητος, ἡ, Größe, Alter, übh. Quantität; Nicom. ar. 1, 2; Quinctil. 7, 4, 16.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
πηλικότης, ητος, ἡ, Größe, Alter, übh. Quantität; Nicom. ar. 1, 2; Quinctil. 7, 4, 16.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
πηλικότης — magnitude fem nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
πηλικότης — ητος, ἡ, Α [πηλίκος] 1. μέγεθος 2. ηλικία 3. ο λόγος μιας αναλογίας … Dictionary of Greek
πηλικοτήτων — πηλικότης magnitude fem gen pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
πηλικότησι — πηλικότης magnitude fem dat pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
πηλικότησιν — πηλικότης magnitude fem dat pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
πηλικότητα — πηλικότης magnitude fem acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
πηλικότητας — πηλικότης magnitude fem acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
πηλικότητες — πηλικότης magnitude fem nom/voc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
πηλικότητι — πηλικότης magnitude fem dat sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
πηλικότητος — πηλικότης magnitude fem gen sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)