πολύ-δηρις

πολύ-δηρις

πολύ-δηρις, ὁ, ἡ, = πολυδήριτος, viel bestritten, Parmenid. bei D. L. 9, 22.


http://www.zeno.org/Pape-1880.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • πολύδηρις — ὁ, ἡ, Α πολυδήριτος*. [ΕΤΥΜΟΛ. < πολυ * + δῆρις «μάχη» (πρβλ. δύσ δηρις)] …   Dictionary of Greek

  • φιλόδηρις — ήριος, ὁ, ἡ, Α αυτός που τού αρέσουν οι έριδες, φιλόνικος, καβγατζής. [ΕΤΥΜΟΛ. < φιλ(ο) * + δῆρις «μάχη, ανταγωνισμός» (πρβλ. πολύ δηρις)] …   Dictionary of Greek

  • πολυδήριτος — ον, Α αυτός για τον οποίο δημιουργούνται πολλές φιλονικίες, αυτός για τον οποίο γίνονται πολλές έριδες. [ΕΤΥΜΟΛ. < πολυ * + δῆρις, ιτος «μάχη» (πρβλ. αμφι δήριτος)] …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”