πολύ-σεπτος

πολύ-σεπτος

πολύ-σεπτος, viel od. hoch verehrt, Orph.. 25, 6.


http://www.zeno.org/Pape-1880.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • πολύσεπτος — ον, Α πολύ σεπτός, ο πολύ σεβάσμιος, πολυσέβαστος. [ΕΤΥΜΟΛ. < πολυ * + σεπτός] …   Dictionary of Greek

  • περίσεπτος — έπτη, ον, Α [σεπτός] εξαιρετικά σεπτός, πολύ τιμημένος, πολύ σεβάσμιος …   Dictionary of Greek

  • άγιος — Πεδινός οικισμός (υψόμ. 100 μ., 917 κάτ.) στην πρώην επαρχία Ιστιαίας του νομού Ευβοίας. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Αιδηψού. * * * ια και ία, ιο (AM ἅγιος, ία, ιον) 1. (για πρόσωπα) ενάρετος, ευσεβής 2. ονομασία τού Θεού, τού Πνεύματος, τών… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”